ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΑΛΙΝΤΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
της Νάντιας Βαλαβάνη
Θέατρο «Κάρολος Κουν», Άλιμος, 7.3.2014
Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω μ’ έναν διάλογο από μια συνέντευξη της Αλίντας Δημητρίου στον κριτικό κινηματογράφου της «Αυγής» Κώστα Τερζή, που έχουμε την τιμή να μοιραζόμαστε απόψε το ίδιο τραπέζι. - Ό,τι λέει επίσης η Αλίντα σε πρώτο πρόσωπο, σε «εισαγωγικά», σε ότι θα σας πω και παρακάτω, προέρχονται όλα από συνεντεύξεις της στον ίδιο. - Ρωτάει λοιπόν, μετά την πρώτη ταινία της τριλογίας, ο Τερζής: «- Είναι τελικά αυτή η τριλογία έργο ζωής για σας;… Και τι είναι, αλήθεια, αυτό που θα κρατήσετε, όταν θα έχει ολοκληρωθεί;» Και απαντά η Αλίντα: «-Το ερώτημα είναι όχι τι θα κρατήσω, αλλά τι θα δώσω και με τις τρεις ταινίες.»
Αυτή η φράση θεωρώ ότι συνοψίζει με τον καλύτερο τρόπο το στίγμα της Αλίντας Δημητρίου, που «έφυγε» καταμεσής στο περσυνό αθηναϊκό καλοκαίρι, αλλά δε σταμάτησε «να δίνει». Όπως συνέχιζε να το κάνει παρά τη βαριά αρρώστια, που είχε καθηλώσει βασανιστικά τα δυο τελευταία χρόνια της ζωής της, εκείνη που το 2011 ακόμα γυρνούσε με αφάνταστη ενεργητικότητα από άκρη σε άκρη την Ελλάδα για να «ξετρυπώσει» και να κινηματογραφήσει τα «κορίτσια της βροχής». Και, ταυτόχρονα, για να συνομιλεί με νέους ανθρώπους σε δημόσιες προβολές των δύο πρώτων ταινιών της τριλογίας της στο «δίκτυο» που άρχισε να δημιουργείται αυθόρμητα - σήμερα πλέον διεθνές -, όταν τις έθεσε εκτός εμπορικού κυκλώματος προσφέροντας τις δωρεάν σε οποιαδήποτε συλλογικότητα ενδιαφερόταν.
Δεν ήταν καν «πλήρης ημερών». Της έλειπαν ακόμα πολλές μέρες για να «δώσει» ως δημιουργός όλα όσα σχεδίαζε, όταν μια πενταετία από την έναρξη του 21ου αιώνα και με 65 ντοκιμαντέρ - τα περισσότερα για τη δημόσια τηλεόραση – πίσω της, ξεκινούσε τη συγκλονιστικότερη περιπέτεια της ζωής της ως σκηνοθέτρια και δρών, σκεπτόμενος άνθρωπος: Να γυρίσει χωρίς οποιαδήποτε οικονομική ενίσχυση προκειμένου να παραμείνει αδέσμευτη, με μια μοναδική κάμερα, όλα τα έξοδα απ’ την τσέπη της και με αποκλειστικά εθελοντική δουλειά της μικροσκοπικής ομάδας συνεργατών της - πριν απ’ όλα των δύο κινηματογραφιστριών, που έχουμε επίσης την τιμή να μοιραζόμαστε απόψε το ίδιο τραπέζι, της Ηλέκτρας Βενάκη και της Αφροδίτης Νικολαϊδου -, τις «παραγγελίες» που έδινε πλέον η ίδια στον εαυτό της.
Η Αλίντα έζησε την ευτυχία να ολοκληρώσει την τελευταία ταινία της τριλογίας της και να παρακολουθήσει τις πρώτες προβολές της – και το κατάφερε ίσα-ίσα: Πάλεψε να κρατηθεί μακριά απ’ το νοσοκομείο όσο χρειαζόταν για να προλάβει να τελειώσει το μοντάζ για τα «Κορίτσια». Είχε πλήρη επίγνωση της κατάστασης της υγείας της κι ήμουν εγώ που δεν την πίστευα, όταν μου εκμυστηρευόταν τους φόβους και τις αμφιβολίες της: Αυτή θα ήταν η τελευταία της ταινία. Τη «μάλωνα» ότι λέει ανοησίες, ενώ σύντομα θα ήταν σε θέση να καταπιαστεί με το επόμενο της «σχέδιο», ένα ντοκιμαντέρ σύγχρονης ιστορίας: Για την κρίση από την οπτική των εργαζόμενων και άνεργων ανθρώπων «στο μάτι του κυκλώνα». Πώς βιώνουν τη διάλυση της ζωής τους από τις ασκούμενες πολιτικές και πώς, κάποιοι απ’ αυτούς, αντιστέκονται. Δική της η έμπνευση και σύλληψη, είχε καταστρώσει κιόλας πως θα προχωρούσε: Ήταν αδύνατο πλέον να ταξιδεύει; Θα επικεντρωνόταν αποκλειστικά στη ζωή στις λαϊκές κι εργατικές γειτονιές της Αθήνας. Ήταν υποχρεωμένη να βρίσκεται κάθε δύο μέρες στο νοσοκομείο; Θα δούλευε αποκλειστικά την ενδιάμεση μέρα. Η μόνη βοήθεια που ήθελε από μας ήταν, όπως και στα «Κορίτσια της βροχής», να έρθει σε επαφή με τους πρώτους απ’ τους καινούργιους «ανθρώπους της»: Οι ίδιοι θα την οδηγούσαν στους επόμενους.
Έτσι είχε δουλέψει, εξάλλου, μέχρι να συγκεντρωθούν οι 50 μεγαλύτερες γυναίκες, απ’ τις ενιαίες αφηγήσεις των οποίων βγήκαν, με διαφορετικά μοντάζ, το 2008 η βραβευμένη με 7 βραβεία «Πουλιά στο βάλτο» για τις γυναίκες στην Εθνική Αντίσταση και το 2009 η «Ζωή στους βράχους» για τις (ίδιες) γυναίκες στο Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας και στους τόπους εξορίας. Κριτήριο; Σύμφωνα με την Αλίντα: «Ξεχωριστές τις κάνει το ήθος τους, η αξιοπρέπεια τους, η αντοχή τους και το πείσμα τους.»* Με τον ίδιο τρόπο, συγκρότησε μεταξύ 2010 και 2011 τη δεύτερη ομάδα 50 – νεώτερων – γυναικών για τα «Κορίτσια της βροχής». Σ’ αυτή την τρίτη και τελευταία ταινία το κέντρο βάρους μετατοπίζεται στη στάση των γυναικών στην ανάκριση κατά τη διάρκεια της χούντας. - Όχι τυχαία, γιατί αυτό ήθελε να επιτύχει, σχεδόν σε κάθε προβολή της, από τις λίγες που παρακολουθήσαμε μαζί μέχρι τις δύο προβολές σε μικτό ελληνογερμανικό κοινό στο Βερολίνο τον περσυνό Μάιο, στις οποίες μου είχε ζητήσει να παρευρεθώ αντί γι’ αυτήν, καθώς της ήταν αδύνατο να ταξιδέψει, όλο και κάποιος θεατής θα χρησιμοποιούσε την έκφραση «γροθιά στο στομάχι» -.
Γνωρίστηκα αργά με την Αλίντα, το 2008. Απαντούσε, στο τέλος μιας προβολής των «Πουλιών στο βάλτο» από το ΣΥΡΙΖΑ Π. Φαλήρου, με τους θεατές έντονα συγκινημένους να χειροκροτούν ασταμάτητα, στη βασική αντίρρηση ενός απ’ αυτούς: Από την ταινία έλλειπαν οι κριτικές αναφορές στα «λάθη της ηγεσίας», που οδήγησαν στην ήττα το κίνημα. Η Αλίντα, όπως συνέβαινε σε μια και μόνη περίπτωση, όταν της έκαναν κριτική επειδή έκανε την ταινία που εκείνη είχε στο μυαλό της αντί για την ταινία που είχε στο μυαλό του κάποιος άλλος, μιλούσε θυμωμένα. Δεν ήθελε να κάνει ταινία κριτικής για την ηγεσία του κινήματος, αλλά για το τι έκαναν και πως βλέπουν ακόμα σήμερα το δικό τους ρόλο στη διαμόρφωση της νεώτερης ελληνικής ιστορίας εκείνες που δε ρωτήθηκαν απ’ όσους ερευνούν ή δημιουργούν μ΄ επίκεντρο τη δεκαετία του ’40: Γυναίκες-αγωνίστριες της Αντίστασης, ακόμα ζωντανές, που ελάχιστοι ξέρουν ή θυμούνται τα ονόματα τους. Όπως είχε ήδη δηλώσει: «Ξεκίνησα με επώνυμους από εκείνη την εποχή. Στο δρόμο μπερδεύτηκα… Τι δουλειά έχω εγώ με τους επώνυμους; Έτσι βρήκα τις γυναίκες εκείνες που έφτιαξαν Ιστορία. Όλες εκείνες που περπατάνε πλάι μας στις πλατείες, στην αγορά, στα μανάβικα και δεν έχουμε ιδέα για ό,τι έκαναν – κι αυτό γιατί ποτέ δε ζήτησαν τίποτα… Η προσέγγιση των γυναικών με οδήγησε σε πιο ουσιαστικά θέματα, που προηγούνται από την άσκηση κριτικής… Ας μάθουμε (πρώτα) τι έγινε, πώς έγινε και από ποιους έγινε. Ας μετρήσουμε τους νεκρούς μας, γιατί ακόμα μένουν άταφοι, και μετά μπορούμε να περάσουμε στην κριτική.»
Ναι, χάρη στην τριλογία της Αλίντας, τις εμμονές, το πείσμα της για τους «άταφους νεκρούς» και μια κάμερα στα χέρια της Αφροδίτης Νικολαϊδου ή του Κώστα Γριβέα, με το μοντάζ της Ηλέκτρας Βενάκη ή και της ίδιας, διασώθηκε από τη λήθη του θανάτου ένα πολύτιμο αρχειακό υλικό - εκατοντάδες ώρες βιντεοσκοπημένων προφορικών μαρτυριών των πραγματικών κεντρικών προσώπων μιας ιστορίας, που θα είχε χαθεί ανεπιστρεπτί μαζί τους, όπως συνέβη με χιλιάδες άλλες αγωνίστριες: Σήμερα, 6 χρόνια από την ολοκλήρωση των λήψεων για τη δεκαετία του ’40 και 3 χρόνια από την ολοκλήρωση των λήψεων για τη δικτατορία, όχι μόνο η σκηνοθέτρια, αλλά και οι μισές, τουλάχιστον, «πρωταγωνίστριες» των δύο πρώτων ταινιών της τριλογίας της και ήδη 2 απ’ την τρίτη και τελευταία ταινία, δεν βρίσκονται πια μεταξύ μας.
Για τη μεταθανάτια λειτουργία του έργου της η Αλίντα είχε μιλήσει ήδη το 2009: «Κανένας άνθρωπος δεν είναι για μνημόσυνο ή για μουσείο ή για αγιογραφία, εφόσον δρα. Και οι γυναίκες αυτές, ακόμα και σ’ αυτή την ηλικία, δρουν. Και θα δρουν και μετά το θάνατο τους, με αυτό που αφήνουν πίσω τους.»
Αυτό που αφήνουν πίσω τους, χωρίς την Αλίντα, είναι η ανώνυμη επίδραση στη νεώτερη ελληνική ιστορία, που επέφερε η δράση τους. Μετά την παρέμβαση της Αλίντας, η δράση αυτή έρχεται εξατομικευμένη στο φως και αποκτά ονοματεπώνυμο. Στην ίδια την Αλίντα, που υπηρέτησε μια ολόκληρη ζωή το ντοκιμαντέρ ως εργαζόμενη κινηματογραφίστρια, είναι η ιστορική τριλογία της για τις «κάτω», για τις γυναίκες-αγωνίστριες που δε συμπεριλαμβάνονται στα βιβλία της ιστορίας, αυτό που κυρίως εξασφάλισε στην ίδια την αθανασία πέρα απ’ το όριο μνήμης και ζωής το δικό μας, των φίλων κι αγαπημένων της προσώπων, όλων όσοι τη ζήσαμε λιγότερο ή περισσότερο, την αγαπήσαμε κι αισθανθήκαμε το μεγαλύτερο σεβασμό κι εκτίμηση για τη δουλειά της. Αυτό το ξέρει καλύτερα απ’ όλους μας ο Σωτήρης, ο αγαπημένος της στο μακρύ ταξίδι της κοινής τους ζωής, κι αυτό είναι που του δίνει σήμερα τη δύναμη να συνεχίσει να παλεύει χωρίς αυτήν για τις ανάγκες που σχετίζονται με την παραπέρα πορεία του έργου της. Όπως κι εμείς, ξέρει ότι η Αλίντα μας κληροδότησε μια νίκη: Συλλογικής ιστορικής μνήμης για το δημόσιο παρελθόν των καιρών μας κόντρα στη λήθη, μοίρα πολύ χειρότερη απ’ το θάνατο. Αυτό, παραμονή της μέρας της παγκόσμιας γιορτής για τη γυναίκα που αγωνίζεται, καλό είναι να το θυμόμαστε όλοι.
Ομιλία στο αφιέρωμα στην Αλίντα Δημητρίου (7.3.2014)
Reviewed by Νάντια Βαλαβάνη
on
8:31:00 π.μ.
Rating: