"Το τελευταίο χαρτί της Κυβέρνησης
η στρατηγική του φόβου"
Συνέντευξη στη "Free Sunday" και την δημοσιογράφο Αγγελική Σπανού
-Ολες οι περιφερειακές κρίσεις που εξελίσσονται βρίσκονται πολύ κοντά μας. Θα πρέπει να μας ανησυχεί αυτό;
Πρέπει να μας ανησυχεί, καθώς ολόκληρη η περιοχή βρίσκεται σε συνθήκες ανάφλεξης. Πράγμα που αποδεικνύει την πλήρη αποτυχία, αλλά και τον τυχοδιωκτισμό τέτοιων σχεδιασμών των δυτικών δυνάμεων στην περιοχή της Βόρειας Αφρικής-Μέσης Ανατολής, αλλά και της Ανατολικής Ευρώπης, όπως ήταν οι «ανθρωπιστικοί πόλεμοι», οι στρατιωτικές εισβολές με στόχο «εξαγωγή της δημοκρατίας», οι επεμβάσεις στα εσωτερικά κυρίαρχων κρατών ή επέκτασης της δυτικής επιρροής σε χώρες της πρώην ΕΣΣΔ. Όχι μόνο δε διευκόλυναν την απελευθέρωση των δημοκρατικών δυνάμεων, που υποσχέθηκε η «Αραβική Άνοιξη», αλλά κατέληξαν σε έκρηξη αποσταθεροποίησης. Ειδικά η προσπάθεια των τελευταίων χρόνων, ανάσχεσης της αυξανόμενης επιρροής Ρωσίας και Ιράν, αλλά και ανατροπής αυταρχικών καθεστώτων, είχε «παράπλευρες συνέπειες»: Την ενίσχυση δυνάμεων του φασισμού, του νεοναζισμού και του εθνικισμού στην Ευρώπη μ’ επίκεντρο την Ουκρανία και τον Ουκρανικό εμφύλιο. Την προώθηση των θέσεων του τζιχαντισμού, με κορυφαία τη γιγάντωση του ISIL στην ευρύτερη περιοχή. Και το χάος σε χώρες όπως η Λιβύη, αλλά και η Συρία και το Ιράκ.
Η Ελλάδα είναι κράτος-μέλος της ΕΕ σ’ ένα πολυπολικό κόσμο. Τέτοιες εξελίξεις θα πρέπει να μας ωθούν μακριά από μια λογική άκριτης ευθυγράμμισης με προτεραιότητες άλλων δυνάμεων στην περιοχή, συμπεριλαμβανόμενου και κάποιου «αυτόματου» κοινού «ευρωπαϊκού» συμφέροντος σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Αντιθέτως, κάνουν επιτακτική την εφαρμογή μιας συγκροτημένης και μακρόπνοης στρατηγικής στον τομέα της εξωτερικής όσο και της αμυντικής πολιτικής-ενίσχυσης της αποτρεπτικής ικανότητας της χώρας, με αφετηρία την προάσπιση των συμφερόντων του λαού και του τόπου. Και στόχο την προσπάθεια επίλυσης των εθνικών θεμάτων στη βάση του διεθνούς δικαίου και την ενίσχυση του διεθνούς και περιφερειακού ρόλου της Ελλάδας ως πόλου ειρήνης και σταθερότητας.
Απαραίτητη, γι αυτό, είναι η εφαρμογή μια άλλης οικονομικής πολιτικής στο εσωτερικό, σε αντίθετη κατεύθυνση από αυτή της εσωτερικής υποτίμησης, με απεμπλοκή από τα μνημόνια, αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, αναδιαπραγμάτευση των δανειακών συμβάσεων και παραγωγικής ανασυγκρότησης, ώστε η ελληνική κοινωνία να σταθεί ξανά στα πόδια της. Γιατί αυτό είναι το υπ’ αριθμόν 1 εθνικό μας πρόβλημα. Ένα τέτοιο σχέδιο, που μόνο μια κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να πραγματοποιήσει, συνοδεύεται αναγκαστικά με αναβάθμιση της διπλωματικής δραστηριοποίησης της χώρας σε όλα τα διεθνή πεδία και fora. Χρειάζεται να αξιοποιήσουμε γεωπολιτικά πλεονεκτήματα, που προσφέρει η συμμετοχή μας στην ΕΕ και άλλους διεθνείς οργανισμούς, αλλά και να ενισχύσουμε τη διμερή συνεργασία μας με σειρά χώρες στην ευρύτερη γειτονιά μας: στην Ανατολική Μεσόγειο, στα Βαλκάνια και στην Παρευξείνια ζώνη. Και βέβαια με τις χώρες BRICS, σε πρώτη γραμμή με Ρωσία και Κίνα.
Θα πρέπει να καταστήσουμε σαφές προς όλες τις κατευθύνσεις ότι η εξάπλωση της έντασης στην Ελλάδα και στην Κύπρο και η παρεμπόδιση της άσκησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου στην Κυπριακή ΑΟΖ θα έχει πολλαπλές επιπτώσεις για την ευρύτερη περιοχή, αλλά κυρίως για την ίδια την Ευρώπη. Η Ελλάδα θα πρέπει να δραστηριοποιηθεί ουσιαστικά στην ανάδειξη του ζητήματος των μεταναστευτικών και προσφυγικών ρευμάτων, με διεθνή ενίσχυση των προσφύγων κοντά στα σύνορα με τις χώρες τους, όπως π.χ. στο Κομπάνι, και για την ανακατανομή των οικονομικών βαρών και των ίδιων των προσφύγων που βρίσκονται στην Ευρώπη προς τις χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά. Η χώρα μας μπορεί να αξιοποιήσει τους παραδοσιακούς της δεσμούς με τις χώρες της περιοχής για την ανάληψη ενεργού ρόλου στους τομείς της διαμεσολάβησης, διαιτησίας και διαπραγμάτευσης. Τέτοια περίπτωση είναι η ίδια η υπόθεση της δημιουργίας Παλαιστινιακού κράτους στη βάση των αποφάσεων του ΟΗΕ στο πλαίσιο της πολιτικής δύο κρατών με διεθνείς εγγυήσεις.
-Στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, η πόλωση δεν είναι τόσο έντονη μεταξύ κυβέρνησης και ΣΥΡΙΖΑ όσο σε όλα τα υπόλοιπα ζητήματα. Πού οφείλεται αυτό;
Έχουμε σοβαρές διαφωνίες με την Κυβέρνηση σε σειρά κρίσιμων ζητημάτων, πχ την υποβάθμιση των ελληνορωσικών σχέσεων και την άκριτη συμπόρευση με τις κυρώσεις, την υποστήριξη συμμετοχής της Ελλάδας στο νατοικό σύστημα αντιπυραυλικής άμυνας, που στρέφεται ενάντια στη Ρωσία, την υποστήριξη στρατιωτικής επέμβασης στη Συρία κλπ.
Ωστόσο, η λογική μας ειδικότερα σε σχέση με τα εθνικά θέματα εξωτερικής πολιτικής είναι ότι δεν πρέπει να εντάσσονται στην εσωτερική πολιτική αντιπαράθεση με τους ίδιους όρους, όπως πχ τα οικονομικά. Αυτό ασφαλώς δεν σημαίνει ότι δεν εκφράζουμε ξεκάθαρα τις διαφωνίες μας, πχ για το χρόνο πραγματοποίησης της 3ης Συνόδου του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας ή για τη συζήτηση εκεί πτυχών του Κυπριακού, που αποτελούν αντικείμενο των δικοινοτικών συνομιλιών υπό τον ΟΗΕ.
-Ο Κ.Σημίτης είπε (σε ομιλία του στο LSE) ότι η άποψη του ΣΥΡΙΖΑ για τις διεθνείς σχέσεις «είναι παρόμοια με αυτή των κυρίαρχων κομμάτων της Ουρουγουάης και άλλων χωρών». Ετσι είναι;
Ακούμε συχνά, κυρίως από την κυβέρνηση αλλά όχι μόνο, ότι οι προτάσεις μας για την εξωτερική πολιτική μοιάζουν με αυτές των χωρών της Λατινικής Αμερικής. Αυτή η υποτιμητική, προς τις χώρες αυτές, στάση, που έχει προκαλέσει μέχρι και διπλωματικά διαβήματα από μέρους τους, καταδικάζει την ελληνική κυβέρνηση να μην είναι σε θέση ν’ αναπτύσσει ουσιαστικές σχέσεις μαζί τους, ακόμα κι όταν ανήκουν στις χώρες BRICS. Οι αναφορές αυτές εκφράζουν μια βαθιά περιφρόνηση προς τις προσπάθειες των λαών να χειραφετηθούν από «προστάτες», όπως έχουν κάνει την τελευταία δεκαετία σχεδόν όλες οι χώρες τις Λατινικής Αμερικής, και να περάσουν στην ανάπτυξη από την υπανάπτυξη που τις είχε καταδικάσει ένας αιώνας διεθνούς ληστρικής εκμετάλλευσης των πόρων τους. Απ’ αυτή την πολύτιμη εμπειρία θα έπρεπε να βγάζουμε τα δικά μας συμπεράσματα.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ η συμμετοχή στην ΕΕ και άλλους διεθνείς οργανισμούς αποτελεί εφαλτήριο για μια συγκροτημένη εξωτερική πολιτική, και όχι «χρυσό κλουβί». Η εξωτερική πολιτική των ισχυρών ευρωπαϊκών χωρών σήμερα βασίζεται κυρίως σε εθνικές στρατηγικές. Χαρακτηριστικός είναι ο ρόλος Βρετανίας και Γαλλίας στην στρατιωτική επιχείρηση κατά της Λιβύης ή ο ρόλος της Γερμανίας στα Βαλκάνια, με τη διοργάνωση διασκέψεων, που εξαιρούν τη χώρα μας και άλλες χώρες της περιοχής. Ή η προώθηση, από την Γερμανία, ενός βαθμού ενεργειακής συνεργασίας με τη Ρωσία, η οποία εμφανίζεται απαγορευμένη σε άλλες ευρωπαικές χώρες. Γι΄ αυτό και έχει μεγάλη σημασία η εξωτερική πολιτική της χώρας μας να ξεκινά από τα δικά της συμφέροντα κόντρα σε κάθε είδους ηγεμονισμό.
-Με το τέλος της δίμηνης παράτασης του προγράμματος, η επόμενη κυβέρνηση θα βρεθεί χωρίς πρόγραμμα, αλλά και χωρίς χρηματοδότηση από τους θεσμικούς
πιστωτές. Τι θα γίνει;
Γιατί λέτε ότι μια Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα βρεθεί χωρίς πρόγραμμα; Το κοστολογημένο Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης με στόχο την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, θα αρχίσει να εφαρμόζεται από την επομένη των εκλογών, ανεξάρτητα από την έκβαση της διαπραγμάτευσης. Τα μέτρα αυτά θα βοηθήσουν να πειστεί ο εργαζόμενος κόσμος από την εμπειρία του ότι αξίζει να παλέψει για την εφαρμογή ενός Εθνικού Σχεδίου Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, για ανάπτυξη και πραγματικές θέσεις εργασίας. Το πρόγραμμα αυτό θα διατυπωθεί προεκλογικά τόσο συγκεκριμένα όσο είναι το άμεσο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης και θ’ αποτελεί επίσης μετεκλογική δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ.
Όσο για τις δανειακές δόσεις, προορίζονται αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση ενός μη βιώσιμου χρέους, που αγγίζει πλέον το 180% του ΑΕΠ, αυξάνοντας το. Αποκλειστικά για το χρέος προορίζονται και τα έσοδα από το ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου, αλλά και τα γιγάντια πρωτογενή πλεονάσματα, καταδικάζοντας την πλειοψηφία της κοινωνίας και προπαντός τους νέους σε μια χαμοζωή χωρίς ελπίδα για τις επόμενες δεκαετίες. Γι΄ αυτό είναι κρίσιμης σημασίας μια αναδιαπραγμάτευση, που θα οδηγήσει σε δραστικό «κούρεμα» του χρέους, μορατόριουμ πληρωμής τόκων και αποπληρωμή του υπόλοιπου με ρήτρα ανάπτυξης. Αυτή είναι η μόνη ρεαλιστική πρόταση όχι μόνο για βιώσιμη έξοδο της Ελλάδας από την κρίση, αλλά και για ένα να δυνατό άνεμο αλλαγής για δημοκρατική ανασύνταξη της Ευρώπης.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι στις εκλογές θα παιχτεί το νόμισμα, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μας πάει στη δραχμή. Μπορεί;
Αυτό που πραγματικά «παίζεται» σε αυτές τις εκλογές είναι ο λαός να πάρει τις τύχες του στα χέρια του. Η κυβέρνηση -πανικοβλημένη όσο ποτέ - ποντάρει στο τελευταίο της χαρτί: στη στρατηγική του φόβου. Ακόμα δεν έχουμε εκλογές, και φουντώνουν, μέσα κι έξω απ’ την Ελλάδα, τα σενάρια της καταστροφολογίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει σταθερή θέση παραμονής στην Ευρωζώνη και επιμένει σε αυτή, πολύ περισσότερο που ουδέποτε τέθηκε επί της ουσίας θέμα εξόδου της Ελλάδας. Κυβέρνηση ανατροπής της σημερινής αθλιότητας, όμως, δε μπορούμε να γίνουμε με κινήσεις μόνο «από τα πάνω». Θα χρειαστούμε την αποφασιστική στήριξη κάθε εργαζόμενου κι άνεργου, κάθε δημοκράτη και πατριώτη, κάθε νέου ανθρώπου, που είναι διατεθειμένος να αγωνιστεί για να γίνει η ελπίδα πραγματικότητα. Μαζί μπορούμε ν’ ανοίξουμε δρόμους και διαδρομές ελπίδας.
-Μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα διατηρήσει τη συνέχεια στο υπουργείο Εξωτερικών;
Η ανάγκη για ενίσχυση του διεθνούς ρόλου της Ελλάδας κι αποκατάστασης της εικόνας της, για ανάπτυξη των οικονομικών λειτουργιών της εξωτερικής πολιτικής και ανάληψη πρωτοβουλιών σε σειρά τομέων - δημόσια, πολιτιστική, μορφωτική, ομογενειακή διπλωματία, τουρισμός κλπ. -, είναι πιο αναγκαία τώρα παρά ποτέ. Όλα αυτά δεν γίνονται χωρίς επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό του ΥΠΕΞ, πράγμα που πηγάζει γενικότερα από τη λογική μας για τη δημόσια διοίκηση. Υπογραμμίζω: Επένδυση όχι με πελατειακά ή ιδεολογικοπολιτικά κριτήρια, αλλά με κριτήριο την εντιμότητα, τη διάθεση για δουλειά και τη δημιουργικότητα του κάθε δημόσιου υπάλληλου. Πριν απ’ όλα, επίσης, σημαίνει πραγματική διάθεση υπεράσπισης των συμφερόντων της χώρας. Επίσης, διοικητική μεταρρύθμιση, συνεχή εκπαίδευση και κατάρτιση, στρατηγικό σχεδιασμό και στοχοθεσία. Παρακολουθούμε με πολύ προσοχή τη διαδικασία κατάρτισης νέου Οργανισμού του ΥΠΕΞ, η οποία εξυπακούεται ότι πρέπει να βασίζεται και στην ουσιαστική διαβούλευση με τους Συλλόγους υπαλλήλων του Υπουργείου.
Συνέντευξη στην εφημερίδα FREE SUNDAY (21.12.2014)
Reviewed by Νάντια Βαλαβάνη
on
10:34:00 π.μ.
Rating: