ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΣ ΝΑΝΤΙΑΣ ΒΑΛΑΒΑΝΗ
ΣΤΗΝ Κ.Ε. ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ 30.7.2015
Ποτέ στη ζωή μου, ούτε στο ΚΚΕ μέχρι το 1989, που έφυγα κυρίως λόγω της συμμετοχής του στην Κυβέρνηση Τζαννετάκη, ούτε στο ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίο επέλεξα ως το κόμμα που με εξέφρασε ξανά το 2007 μετά από 18 χρόνια ανένταχτης συμμετοχής στο λαϊκό κίνημα, έχω μιλήσει από κομματικό βήμα για κάτι που να με αφορά προσωπικά άλλο από τις απόψεις μου για το θέμα της συγκυρίας: Στις οποίες, σωστές ή λάθος, πάντα επέμεινα ανεπηρέαστη απ’ ότι συνέβαινε γενικότερα ή σε μένα προσωπικά. Σωστά ή λάθος, ακόμα και απέναντι στο «αγριεμένο πλήθος» - κι όλοι ξέρουμε τι σημαίνει αυτό, γιατί όλοι έχουμε εμπειρία από την άσκημη τροπή που μπορούν να πάρουν οι εσωκομματικές συγκρούσεις -, δεν έβαλα ποτέ για συζήτηση οτιδήποτε που να μην αποτελεί πολιτική άποψη για το τι πρέπει να κάνουμε στη δοσμένη πολιτική συγκυρία. Σήμερα όμως είμαι αναγκασμένη, σε μια τόσο κρίσιμη για το ΣΥΡΙΖΑ, το λαϊκό κίνημα και τη χώρα στιγμή, να κάνω αυτό που δεν έκανα ποτέ στην ενεργή πολιτική δράση μου επί 43 χρόνια: Να σας απασχολήσω απ’ το βήμα αυτής της Κ.Ε. για ένα, υποτιθέμενα, «προσωπικό» μου θέμα: Αυτό που βγήκε κι έξω από τα σύνορα της χώρας, κάνοντας με πρωτοσέλιδο όχι μόνο στη Bild, αλλά και σε χιλιάδες ειδησεογραφικά site της Γερμανίας και της Ισπανίας, για παράδειγμα. Συχνά συνοδευόμενο κι από την «πλαστή» φωτογραφία με τη μάνα μου, με «κομμένο» τον άντρα μου που καθόμαστε δίπλα-δίπλα, σε καλοκαιρινές διακοπές στην Αγία Γαλήνη 3 χρόνια πριν - υποτίθεται τραβηγμένη 20 μέρες πριν τη δημοσίευση της, υποτίθεται σε εκδήλωση στο Ηράκλειο παραμονές των capital controls. Το υπονοούμενο της φωτογραφίας ήταν ότι τότε δήθεν την προειδοποίησα για την επιβολή των κεφαλαιακών περιορισμών – κι ας μην έχω πάει Κρήτη από τον περασμένο Δεκαπενταύγουστο. Σύμφωνα με το πρωτοσέλιδο της Bild και πολλών άλλων – επί λέξει – «κατηγορούμαι για προδοσία του κυβερνητικού σχεδίου για τις τράπεζες», εννοείται για προσπορισμό προσωπικού όφελους. Γίνεται επίσης, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, περίπου ευθύς συσχετισμός ότι γι’ αυτό, λόγω του στιγματισμού μου ως διεφθαρμένη, παραιτήθηκα απ’ την κυβέρνηση.
Πρόκειται τελικά για «προσωπικό» μου ζήτημα;
Απ’ την κυβέρνηση παραιτήθηκα για τους λόγους που έγραψα και παρέδωσα με επιστολή στο Μαξίμου, ενώ ακόμα το Πρωθυπουργικό αεροπλάνο ήταν στον αέρα επιστρέφοντας το μεσημέρι εκείνης της Δευτέρας, που υπογράφτηκε η συμφωνία – ένα 24ωρο πριν την πρώτη ερώτηση Αυγενάκη, που με «φωτογράφιζε».
Όσο για την πιθανότητα «εσωτερικής πληροφόρησης» για την επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων, δεν υπάρχει μέλος της κυβέρνησης που να μην ξέρει ότι δεν υπήρχε περίπτωση οποιοσδήποτε από την κυβέρνηση – και όχι μόνο εγώ – να ήξερε οτιδήποτε περί επικείμενης επιβολής capital controls πριν το τελευταίο «κανονικό» κλείσιμο των Τραπεζών μεσημέρι της Παρασκευής 26 Ιουνίου: Πληροφορηθήκαμε όλοι το σπάσιμο των διαπραγματεύσεων και συμφωνήσαμε για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος μετά την αιφνιδιαστική επιστροφή του πρωθυπουργού αργά το βράδυ της ίδιας μέρας. Ενημερωθήκαμε όλοι όσοι έπρεπε, επίσης, για την επιβολή των capital controls το απόγευμα της Κυριακής που ακολούθησε, μετά την ανακοίνωση της απόφασης της μεσημεριανής συνεδρίασης της ΕΚΤ για «πάγωμα» του ELA.
Αυτά όλα είναι πασίγνωστα σε κάθε μέλος της κυβέρνησης, γιατί τα ζήσαμε όλοι μαζί. Υποθέτω ότι είναι γνωστά επίσης σε ένα ευρύ κύκλο κυβερνητικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα όσων είχαν να κάνουν με τις τράπεζες και την ίδια την επιβολή των κεφαλαιακών περιορισμών. Το ερώτημα λοιπόν είναι: Γιατί αφέθηκε αυτή η εκστρατεία στοχοποίησης μου να ξεδιπλωθεί τόσο ανενόχλητα, ώστε ενώ π.χ. η iefimerida, που λάνσαρε ξεδιάντροπα τη φωτογραφία, να την κατεβάσει όταν το ζήτησα με δημόσια δήλωση μου, αυτή να «κοσμεί» σήμερα χιλιάδες ειδησεογραφικά και άλλα sites στην Ελλάδα και στο εξωτερικό; Γιατί αφέθηκε χωρίς δημόσιες παρεμβάσεις άλλες απ’ την υπεράσπιση μου από την Πρόεδρο της Βουλής και το χρονογράφημα του Θανάση Καρτερού – για τα οποία ευχαριστώ και τους δύο - και 2-3 ακόμα σχόλια συμπάθειας, να πάρει διαστάσεις χιονοστιβάδας με συμμετοχή όλου του γνωστού μιντιακού αλλά και, πρώτιστα, πολιτικοοικονομικού εσμού, του προσκήνιου αλλά και του παρασκήνιου που επέβαλε και στήριξε όλες τις μνημονιακές πολιτικές που κατέστρεψαν τη χώρα εδώ και πέντε χρόνια;
Με αφήσατε, συντρόφισσες και σύντροφοι, να τα βγάλω πέρα μόνη μου. Δεν έκανα ποτέ πίσω από μια δίκαιη μάχη όταν αφορούσε άλλους ή το ΚΚΕ ή το ΣΥΡΙΖΑ ή το εργατικό και λαϊκό κίνημα συνολικά. Δεν πρόκειται να κάνω τώρα πίσω, ότι κι αν συμβεί, όταν στόχος είναι η σπίλωση της τιμής και της υπόληψης μου ως αγωνίστριας. Δηλ. της μοναδικής πραγματικής κληρονομιάς που μετρά, που έχω να κληροδοτήσω στα παιδιά μου από κοινού μ’ αυτή του συντρόφου μου, μια ιστορία που πριν πεθάνει στα 65 του δεν καταγράφηκε πουθενά κι υπάρχει μόνο στις μνήμες – για όσο διάστημα θα είναι ζωντανοί - όσων έδωσαν μάχες μαζί του, γιατί δεν τον ενδιέφερε να δίνει συνεντεύξεις ή με οποιοδήποτε τρόπο να προβάλλεται ή ν’ αυτοπροβάλλεται, ακόμα και στα αριστερά μίντια. Αυτή που κληρονόμησα από την αγωνιστική ιστορία της οικογένειας μου κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που δεν καταγράφηκε επίσης από οποιονδήποτε ιστορικό όσο ζούσε ακόμα ο πατέρας μου και μόλις τα τελευταία 3-4 χρόνια αρχίζει να γίνεται δημόσια αναφορά της στην Κρήτη για ένα και μοναδικό λόγο: Επειδή ο πατέρας μου και τ’ αδέρφια του ήταν κομμουνιστές, ενώ στο Ηράκλειο κυριαρχεί, με σχεδόν ολοκληρωτικό αποκλεισμό οποιουδήποτε άλλου, στη γραπτή ιστορία η Εθνική Αντίσταση των βενιζελογενών. Αυτή, η αγωνιστική μου τιμή, είναι που σήμερα σπιλώνεται – ας μη γελιόμαστε - ανεπανόρθωτα.
Κάποιος από το Ηράκλειο μου είπε πριν λίγες μέρες ότι φαίνεται να με έχουν στοχοποιήσει δυνάμεις υπέρτερες απ’ αυτές που μπορεί να αναμετρηθεί μαζί τους ένας άνθρωπος. Αυτό με προβληματίζει, αλλά δεν είναι κάτι που θα μ’ έκανε να το βάλω κάτω και να κάνω αυτό που μου προτείνει ως τη μοναδική αξιοπρεπή, για μένα, λύση, μέλος της κυβέρνησης σε αρθρογραφία του. Να δηλώσω ότι η ίδια δεν είχα καμιά σχέση, να πάρω δημόσια όλη την ευθύνη – αλήθεια, ποια ακριβώς ευθύνη; - και να παραιτηθώ αποσυρόμενη από την πολιτική δράση.
Αλλά από το σχολείο ακόμα μέχρι σήμερα, και κατά τη διάρκεια των 18 χρόνων της μακριάς πολιτικής μου μοναξιάς από τότε που έφυγα από το ΚΚΕ και μέχρι να ενταχθώ στο ΣΥΡΙΖΑ, δεν είχα ποτέ ιδιωτική ή άλλη ζωή αποκομμένη απ’ το πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι, από την πάλη για την αλλαγή της κοινωνίας. Αυτό θεωρώ ότι προσπάθησα να κάνω και επί 6 ελπιδοφόρους μήνες στο Υπουργείο Οικονομικών, χωρίς καμιά πολιτική διάκριση για τους ανθρώπους και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που κατέφευγαν στο Υπουργείο αυτό το διάστημα, για τους περισσότερους από τους οποίους δυστυχώς ελάχιστα μπορέσαμε να κάνουμε. Το ίδιο και με τις λίγες νομοθετικές απόπειρες σε θέματα φορολογίας και δημόσιας περιουσίας, προσπάθησα να βοηθήσουμε χωρίς οποιαδήποτε διάκριση τα κοινωνικά στρώματα και τους λαϊκούς ανθρώπους που είχαν τη μεγαλύτερη ανάγκη, να υπερασπιστώ το δημόσιο συμφέρον και ταυτόχρονα να βοηθήσω να συγκεντρωθούν έσοδα, πράγμα που σε συνθήκες μιας διακυβέρνησης κοινωνικής σωτηρίας της χώρας με αναζήτηση δρόμων απεμπλοκής απ’ τα μνημόνια, εξακολουθώ να πιστεύω ότι αντιστοιχεί με πατριωτικό καθήκον. Αυτό που μου προτείνει, λοιπόν, ο πρώην συνάδελφος μου στην κυβέρνηση, για μένα ισοδυναμεί όχι με πολιτικό, αλλά με κυριολεκτικό θάνατο. Τον ίδιο μου συστήνουν με πολύ χυδαιότερο τρόπο άλλοι αρθρογράφοι, σαν αυτόν που στη δεύτερη σελίδα του «Π.Θ.» της προηγούμενης Κυριακής έγραψε ότι στο ΚΚΕ λόγω αυστηρής πειθαρχίας ήμουν διαμάντι, ενώ στο ΣΥΡΙΖΑ, που είναι όλα χύμα, έφτασα απ’ το μπαλκόνι να κάνω τον Ρομπέν των Φτωχών και κατ’ ιδίαν να μπαινοβγάζω ευρώ στους λογαριασμούς μου – οπότε και μου συστήνει στο τέλος: «Ας τις δήθεν αριστεροσύνες, και τράβα να πορευτείς από δω και πέρα ανάλογα».
Δεν ξέρω πόσοι πραγματικά στο ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουν ότι αυτό που εκτυλίσσεται είναι προσωπική επίθεση. Η προμετωπίδα της σχετικής αρθρογραφίας ότι ο προσωπικός μου διασυρμός αποκαλύπτει τη μυθολογία περί δήθεν ηθικής ανωτερότητας της αριστεράς, θα έπρεπε από μόνη της να προβληματίσει. Κι εγώ δε θ’ απευθυνόμουν ποτέ σ’ εσάς μια τέτοια κρίσιμη στιγμή από ένα τέτοιο βήμα, αν δεν είχαν συμβεί αυτές τις μέρες κάποια γεγονότα στο Ηράκλειο, που θα ‘πρεπε όλους να μας προβληματίσουν. Τη Δευτέρα δόθηκαν στη δημοσιότητα με πρωτοβουλία μιας μικρής ομάδας παλιών συντρόφων, 100 υπογραφές Ηρακλειωτών και σήμερα θα δοθούν άλλες 100 κάτω από ένα κείμενο στήριξης. Ευχαριστώ από καρδιάς όλους όσοι πήραν μια τέτοια δημόσια δέσμευση με τ΄ όνομα τους.
Ωστόσο, το κείμενο αυτό δεν πέρασε στα τοπικά μέσα πέρα από 3 ειδησεογραφικά sites. Και χθες, μετά από επαφές σε ψηλό επίπεδο μ’ εφημερίδες και τηλεοπτικά μέσα από μεριάς αυτών που συγκέντρωναν τις υπογραφές, έγινε καθαρό πως ούτε πρόκειται να περάσει. Η πιο «δημοσιογραφική» εξήγηση που δόθηκε χθες ήταν: «Είναι δυνατόν να δημοσιεύσουμε κάτι που είναι κόντρα στην κοινή γνώμη;» - δηλαδή ένα κείμενο που λέει ότι είμαι έντιμη, είναι πλέον κόντρα στη κοινή γνώμη στην ιδιαίτερη πατρίδα μου… Στη συνέχεια παρενέβησαν υπέρ της δημοσιοποίησης κάποιοι οι οποίοι δεν είχαν ανακατευτεί μέχρι τότε και τους δόθηκε τελικά από ένα βασικό έντυπο μέσο της πόλης η διαβεβαίωση ότι αύριο Παρασκευή θα δημοσιευτεί (σ.σ.: παρ’ όλα αυτά, δεν υπήρξε οποιαδήποτε δημοσίευση - ούτε καν ως είδηση).
Απ΄ τα μέσα που έχουν σχέση με το ΣΥΡΙΖΑ, και παρά τις παρεμβάσεις της ομάδας που συγκέντρωσε τις υπογραφές, κείμενο και υπογραφές έχουν δημοσιοποιηθεί μόνο στο ηλεκτρονικό «Κόκκινο» και στο Left. Τους ευχαριστώ. Δεν έχουν δημοσιευτεί, τρίτη μέρα σήμερα, ούτε στην «Αυγή» ούτε στην «Εφημερίδα των Συντακτών» (σ.σ.: στην έντυπη «Αυγή» και στο ηλεκτρονικό site της «Εφ.τ.Σ.» δημοσιεύτηκαν την επόμενη της συνεδρίασης της Κ.Ε., Παρασκευή, 31.7.2015. Η «Εφ.τ.Σ.» άσκησε κριτική για τη σχετική αναφορά μου, δικαιολογημένη ως προς το σκέλος της συσχέτιση της με μέσα που σχετίζονται με το ΣΥΡΙΖΑ).
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Το να είσαι ανένταχτος στο ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν ποτέ εύκολο. Ωστόσο, τέτοιοι ήμασταν και ο Δήμος και εγώ. Ποτέ δεν προσχωρήσαμε σε κάποιο εσωκομματικό ρεύμα, μειοψηφικό ή πλειοψηφικό, ανταλλάσσοντας την ένταξη μας με τη στήριξη και τη προστασία του.
Σήμερα, που είμαι μόνη μου, σκοπεύω να συνεχίσω να κάνω ακριβώς το ίδιο. Ζητώ όμως τη δημόσια στήριξη όλων σας. Γιατί καλή είναι η κατ’ ιδία έκφραση αλληλεγγύης και εμπιστοσύνης, αλλά τι γίνεται όταν ένα απλό κείμενο συμπαράστασης βρίσκεται μπροστά σ’ έναν τέτοιο τοίχο; Αυτό είναι πράγματι ένα ουσιαστικό, ένα στοιχειακό πρόβλημα δημοκρατίας.
Ξεφύλλισα χθες το βιβλίο μου με τίτλο «Η αρπαγή της Ελλάδας», μια μικρή ανθολόγηση από τις παρεμβάσεις μου στη Βουλή, όταν ήμασταν αξιωματική αντιπολίτευση. Οι παρεμβάσεις αυτές έγιναν κόντρα στη λεηλασία της χώρας απ΄ τα πιο γνωστά αλληλοδιαπλεκόμενα συμφέροντα. Δεν είχα κανένα πρόβλημα τότε ν’ ανοίγω όλα αυτά τα μέτωπα, γιατί ήμουν μέλος της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ και εκπροσωπούσα το ΣΥΡΙΖΑ.
Σήμερα, που κάποιοι απ΄ όλους αυτούς επιχειρούν να πάρουν τη ρεβάνς, ζητώ για πρώτη φορά στη ζωή μου τη δημόσια έκφραση στήριξης του κόμματος μου. Με οποιοδήποτε τρόπο, συλλογικό ή ατομικό, αυτό μπορεί να επιτευχθεί.
Επειδή όσοι πράγματι μπορούν να σκεφτούν λίγο ψύχραιμα, εύκολα θα καταλάβουν ότι δεν πρόκειται για ατομικό, για «προσωπικό» μου πρόβλημα: Όχι απλώς στη χρονική του προέκταση - σήμερα εγώ, αύριο κάποιοι άλλοι - αλλά και ως προς το δηλητηριώδες βάθος που ήδη σήμερα κατακτά μέσα στην ελληνική κοινωνία.
Ομιλία στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, 30.7.2015
Reviewed by Νάντια Βαλαβάνη
on
9:59:00 π.μ.
Rating: