30.04.2022 Ένθετο Docville στο Documento - Ν.Βαλαβάνη: ΣΠΑΡΑΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΕΣ ΚΙ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΑΜΕΣΩΣ ΜΕΤΑ ΤΟ 1974
ΣΠΑΡΑΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΕΣ ΚΙ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΑΜΕΣΩΣ ΜΕΤΑ ΤΟ
1974
της
Νάντιας Βαλαβάνη
Αφιέρωμα στην
Εργατική Πρωτομαγιά, Πολιτιστικό ένθετο Docville
στην εφημερίδα Documento, Σάββατο, 30 Απριλίου 2022
Ο
αρχισυντάκτης του Docville μου
ζήτησε να γράψω βιωματικά για μια Πρωτομαγιά στην Αβάνα ή στην Κόκκινη Πλατεία
ή για κάποια ελληνική Πρωτομαγιά. Του απάντησα ότι πρωτοβρέθηκα στην Αβάνα μόλις
τον Γενάρη 2018 και ποτέ Πρωτομαγιά στη Μόσχα - και συμφωνήσαμε να γράψω για
την πρώτη Πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση μετά τη χούντα, πρώτη επίσης στη ζωή μου
από τις καμμιά 40αριά Πρωτομαγιές που βρέθηκα στους δρόμους - αυτή του 1975, «όταν
σκοτώθηκε ο Παναγούλης»: Θυμάμαι ολοκάθαρα το συλλογικό σοκ της στιγμής που το
μαθαίναμε, πολλές δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι μαζί, από τα μεγάφωνα της συγκέντρωσης.
Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι έτσι ακριβώς.
Ξαφνικά θυμήθηκα ότι όντως πέρασα μια Πρωτομαγιά, αυτή του 1977, στη Μόσχα,
αλλά μακριά απ’ την Κόκκινη Πλατεία: Μας το είχε απαγορεύσει αυστηρά η
Διεύθυνση της Διεθνούς Λενινιστικής Σχολής, γνωστότερης ως «κομματικής σχολής»,
επειδή υποτίθεται ότι όλες οι «εθνικές» ομάδες που φοιτούσαμε βρισκόμασταν
παράνομα εκεί - και οι συμφοιτητές μας προέρχονταν στην πλειοψηφία τους από ΚΚ
παράνομα στην ίδια τους τη χώρα. Το σκεπτικό ήταν πως, καθώς κάθε Πρωτομαγιά
ολόκληρη η Μόσχα συγκεντρώνονταν στο κέντρο, ρισκάραμε να πέσουμε πάνω σε
κάποιον ομοεθνή μας. – Λέω «υποτίθεται», επειδή οι ομάδες του Ιταλικού και του
Γαλλικού ΚΚ, μη χαμπαρίζοντας από τέτοια, παραβρέθηκαν σύσσωμες στην Κόκκινη
Πλατεία...
Κοντά μισό αιώνα αργότερα, η μνήμη
παίζει άσκημα παιχνίδια. Ο Παναγούλης δε
σκοτώθηκε την Πρωτομαγιά του 1975. H στιγμή της αναγγελίας του θανάτου του
είναι από την επόμενη Πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση, αυτή του 1976. Η Πρωτομαγιά
του 1975 κι εκείνη του 1976 – κι οι δύο, συγκέντρωση στην Πλατεία Κοτζιά και
πορεία μέχρι το Πολυτεχνείο, πραγματικά ολοζώντανο – έχουν γίνει ένα, «συγχωνευμένες»
η μια μέσα στην άλλη: Η πρωτόγνωρη αίσθηση ελευθερίας κι ευτυχίας που γευόμασταν
εμείς οι φοιτητές «χαμένοι» μέσα σ’ ένα παλλόμενο ποτάμι οικοδόμων,
βιομηχανικών εργατών κι εργατριών και κοριτσιών από τα σουπερμάρκετ, οι
κόκκινες σημαίες της δουλειάς, τα
συνθήματα που πάντρευαν οικονομικές διεκδικήσεις με την απαίτηση για λιγότερο
χρόνο εργασίας, ελεύθερη συνδικαλιστική οργάνωση και δημοκρατία στους τόπους
δουλειάς, ενάντια στο ΝΑΤΟ και τους Αμερικάνους, τα τραγούδια. Θέλουν αυτό που
κάποιες «γιαγιάδες» τους, απεργές κλωστοϋφαντουργίνες στο Λόρενς της Μασσαχουσέτης
αρχές του αιώνα, διατύπωσαν αξεπέραστα: «Θέλουμε ψωμί, αλλά θέλουμε και
τριαντάφυλλα.» Θέλουμε ολόκληρη τη ζωή, όχι μόνο μια χαμοζωή ή μισή ζωή. Θέλουμε
ν’ αλλάξει ριζικά ο κόσμος και ν’ απελευθερωθεί η ζωή μας – αυτό δεν ήταν και
το τελικό μήνυμα του Πολυτεχνείου;
Είμαι, όπως κι όλες τις επόμενες
Πρωτομαγιές μέχρι το 1989, με το μεγάλο μπλοκ της ΕΣΑΚ (που ιδρύθηκε το 1968
και γιγαντώθηκε από το 1974) και συναντιόμαστε με το πιο ετερόκλητο πλήθος
απεργών απ’ όλη την Ελλάδα: Εργάτες κι εργάτριες από τη ΝΑΣΙΟΝΑΛ ΚΑΝ της
Ελευσίνας – η πρώτη απεργία μετά την κατάρρευση της χούντας -, από την ΗΒΗ, την
ΙΖΟΛΑ, την γερμανική AEG,
την αμερικάνικη ΙΤΤ, τη ΒΙΩΜΑΞ, την ΕΣΚΙΜΟ, την ΠΙΤΣΟΣ. Συναντιέμαι με τους ναυτεργάτες,
αλλά και τους μεταλλουργούς απ’ το Μαντούδι, που συνοδεύουν οι γυναίκες και τα
παιδιά τους: Μάρτη με Απρίλη 1976 πέρασαν δια πυρός και σιδήρου - στρατιωτικός
νόμος στην περιοχή χάριν του Μποδοσάκη, άγριες συγκρούσεις με Χωροφυλακή,
συλλήψεις, καταδίκες, φυλακίσεις. Κάποιες απεργίες κράτησαν βδομάδες ή μήνες,
κάποιες έγιναν για συμπαράσταση σε άλλους απεργούς. Η ατμόσφαιρα παλλόταν από
πάθος, η αποφασιστικότητα των απεργών κι η αλληλεγγύη – ολόκληρων πόλεων σε
κάποιες περιπτώσεις – ήταν τέτοιες, που σχεδόν όλες πέτυχαν νίκες.
Ας μην ξεχνάμε: Είναι απεργίες
γεννημένες από το άθλιο μεροκάματο και συνθήκες δουλειάς με πληθωρισμό 24%, από
το 48ωρο βδομαδιάτικο ωράριο, από την τρομοκρατία, τις απολύσεις, τους
χουντικούς «συνδικαλιστές» ακόμα σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ (όπως η χούντα διατήρησε τα
πρώτα δύο χρόνια τους προχουντικούς Μακρήδες...) που θ’ αντικατασταθούν στη
ΓΣΕΕ παραμονές της Πρωτομαγιάς του 1976 από τους μεταχουντικούς «Μακρήδες», την
ομάδα Καρακίτσου-Παπαγεωργίου, μέσα από όργιο αποκλεισμού οργανώσεων προκειμένου
να προκύψουν οι «συσχετισμοί». Είναι απεργίες που αποφασίζονται από σωματεία
διαλυμένα από τη χούντα που η ΓΣΕΕ δεν κάνει αποδεκτά, από νέα εργοστασιακά
σωματεία που προκύπτουν με αυτοοργάνωση, ακόμα και με αποφάσεις συνελεύσεων σε
τόπους δουλειάς χωρίς συνδικαλιστική
κάλυψη. Είναι οι απεργίες που ο
Καραμανλής χαρακτήρισε «αναρχικές» και σε υπουργικό συμβούλιο διαπίστωσε ότι
«πρέπει να τις δαμάσωμεν».
Και για να τις «δαμάσουν», αμέσως μετά
την Πρωτομαγιά 1976 κατατέθηκε και ψηφίστηκε στη Βουλή απ’ την πλειοψηφούσα ΝΔ ο αντεργατικός Νόμος 330
- ενώ ο απερίγραπτος υπουργός Εργασίας ανακοίνωνε
ότι «καταργήθηκε η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο», γι’ αυτό και «απαγορεύομεν την πάλη των τάξεων» (πρακτικά,
το δικαίωμα στην απεργία)... Ενάντια στο νόμο 330 έγινε στις 25 Μαίου η πρώτη
πανεργατική απεργία στην Ελλάδα μετά από δεκαετίες, διήμερη, με συμμετοχή
καθολική στο Δημόσιο και 70% στον ιδιωτικό τομέα, με 100.000 εξαγριωμένους
ανθρώπους να συναντιούνται με τους οικοδόμους στους δρόμους της Αθήνας σε
πραγματικές μάχες με την αστυνομία, που κατέβασε αύρες. Στο όργιο της δεύτερης
μέρας μια αύρα άφησε στο πέρασμα της την Αναστασία Τσιβίκα νεκρή. Ο 330 δεν
εφαρμόστηκε και τελικά καταργήθηκε από την
πρώτη κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, αφήνοντας πίσω του «κληρονομιά» τον χαρακτηρισμό έκτοτε
σχεδόν κάθε απεργίας ως «παράνομης και καταχρηστικής». Πρόσφατα τον «ανάστησε»,
συναντώντας περιορισμένες αντιστάσεις, ο νόμος Χατζηδάκη.
Μέσα στις πρώτες μου Πρωτομαγιές
υπάρχει κι ο Κώστας Μπατίκας, υπεύθυνος για μια περίοδο της Εργατικής Επιτροπής
της ΚΕ του ΚΚΕ, που «έφυγε» νωρίς, το 2009: Αν η ΕΣΑΚ είχε πρόβλημα με τα
εργοστασιακά σωματεία επειδή «διασπούν» τον κλάδο αφήνοντας απέξω τους εργάτες
των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αυτός είχε πρόβλημα με όλη τη δομή του
«θρυμματισμένου» ελληνικού συνδικαλισμού. Έχοντας σπουδάσει και δουλέψει σε
εργοστάσια της Δυτικής Γερμανίας στη διάρκεια της δικτατορίας, προωθούσε στη
μεταχουντική Ελλάδα την ιδέα της ταξικής ενότητας του συνδικαλιστικού κινήματος
μέσω συνένωσης όλων των υπαρχόντων οργανώσεων σε «συνδικάτα»: Ένα ενιαίο πανελλαδικό
σωματείο σε κάθε κλάδο, με εκλεγμένες επιτροπές στους τόπους δουλειάς - στα
πρότυπα της IG Metal. Έπεισε εμάς, τους φίλους του
- αλλά όχι το ΚΚΕ και την ΕΣΑΚ.